. go to top icon

Music Hall mmf-5.3: Λογική Τιμή, Μουσική Ευαισθησία!

Τρίτη 05 Σεπτεμβρίου 2023
Music Hall mmf-5.3: Λογική Τιμή, Μουσική Ευαισθησία!

Αναμφισβήτητα, το να φτιάξεις ένα καλό πικάπ δεν είναι εύκολη υπόθεση. Και ακόμα πιο δύσκολο, είναι να φτιάξεις ένα καλό και, ταυτοχρόνως, προσιτό πικάπ. Εξετάζουμε αν το Music Hall mmf-5.3 ανήκει σε αυτή την κατηγορία υλοποιήσεων.


Εταιρίες όπως οι Rega, Pro Ject, Τhorens, ή η ανανήψασα Dual, έχουν κερδίσει μια θέση στην ιστορία χάρη (και) στα πικάπ των χαμηλών και μεσαίων κατηγοριών. Κοιτάζοντας τον συνωστισμό στο εύρος τιμής 900-1200 ευρώ, η προσφορά είναι πολύ μεγάλη και φαίνεται ότι οι κατασκευαστές τη λαμβάνουν σοβαρά υπόψη, εξοπλίζοντας συχνά τα μοντέλα τους με επιμέρους τμήματα, ακριβότερων μοντέλων. Η «περιοχή» του χιλιάρικου αποτελεί είτε την πρώτη, είτε τη δεύτερη αγορά για πάρα πολλούς μουσικόφιλους, ακόμα και σε πιο ισχυρά οικονομικές χώρες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τους σχεδιασμούς των εταιριών. Σε αυτή την κατηγορία κατασκευαστών ανήκει και η Music Hall, η οποία έχει έδρα τη Νέα Υόρκη και η ιστορία της ξεκινά το 1985. Ενέταξε τα πικάπ στη γκάμα της το 1998.


Στη χώρα μας ίσως δεν έχει τη φήμη που της αξίζει, αφού έχουν υπάρξει μεγάλες χρονικές παύσεις στην παρουσία της. Ο ιδρυτής της και ιθύνων νους των σχεδιάσεων, Roy Hill, είναι από τους ανθρώπους που δεν έπαψαν όλα αυτά τα χρόνια να πιστεύουν στον ποιοτικό, στερεοφωνικό ήχο και έτσι συχνά πυκνά, τα μοντέλα της Music Hall αποσπούν επαινετικές κριτικές από τον διεθνή Τύπο. Στο περιοδικό ήρθε το μοντέλο mmf-5.3, το οποίο τοποθετείται στο μέσον της διαθέσιμης γκάμας. Προηγούνται έξι πιο προσιτά και έπονται τέσσερα ακριβότερα, με κορυφαίο το εντυπωσιακό mmf-11.3, των τριών μοτέρ.



Με σημασία στη λεπτομέρεια…

Το mmf-5.3, αντικατέστησε το μοντέλο 5.1 από το οποίο έχει λίγες, αλλά καίριες διαφοροποιήσεις που εντοπίζονται στον βραχίονα και το ηλεκτρονικό κύκλωμα. Ήδη το 5.1 είχε αρκετές διαφορές με το αρχικό mmf-5, με κυριότερη αυτή της εναλλαγής από γυάλινο σε μεταλλικό πλατό και την αντικατάσταση της κεφαλής Goldring 1042 με την Ortofon 2M Blue, μιας και τα πικάπ της Music Hall έρχονται με κεφαλή τοποθετημένη από το εργοστάσιο. Η Music Hall κατασκευάζει τα πικάπ της στο τσέχικο εργοστάσιο SEV, στο Litovel, στις ίδιες εγκαταστάσεις με την Pro Ject. Από την τελευταία, μάλιστα, προμηθεύεται τους βραχίονες. Στο μοντέλο που εξετάζουμε, βρίσκουμε τον εννιάϊντσο, κωνικού σχήματος, 9CC, σε υβριδική έκδοση, καθώς το κυρίως σώμα κατασκευάζεται από carbon αλλά καταλήγει σε αλουμινένιο headshell. Στην άλλη άκρη, το βαρίδι απομονώνεται μηχανικά από τον υπόλοιπο βραχίονα, με χρήση ελαστικού δακτυλίου.


Κατά τα άλλα, ο βραχίονας φέρει τον ανεστραμμένο μηχανισμό στήριξης τεσσάρων σημείων (με ατσάλινα ρουλεμάν ABEC7) και ο χρήστης μπορεί να ρυθμίσει ύψος, VTA, αζιμούθιο και τη δύναμη αντιολίσθησης. Για την τελευταία, γίνεται χρήση του χαρακτηριστικού αιωρούμενου βαριδιού, με τρεις θέσεις τοποθέτησης για τη θηλιά στην οποία καταλήγει το νήμα. Από ένα ζεύγος χρυσών RCA, εξάγεται το σήμα της κεφαλής. Διαφοροποίηση παρατηρούμε στην υποδοχή ανάπαυσης του βραχίονα, που είναι πιο απλή σε σχέση με αυτή του 9CC της Pro Ject.


Ο Roy Hill πιστεύει πολύ στην απόσβεση δια της μάζας με χρήση επάλληλων πλακών από MDF, απομονωμένων μηχανικά μεταξύ τους με χρήση ελαστομερών υλικών. Στο mmf-5.3 γίνεται χρήση δύο τμημάτων, με έξι συμπιεσμένα ημισφαιρίδια από σορμποθάνη να τοποθετούνται ανάμεσά τους. Η κίνηση του πλατό επιτυγχάνεται μέσω ιμάντα, ο οποίος παίρνει κίνηση από σύγχρονο μοτέρ. Η κίνηση αυτού ελέγχεται από κύκλωμα μετατροπής DC/AC. Ένα απλό τροφοδοτικό τοίχου τροφοδοτεί το κύκλωμα με συνεχές ρεύμα, το οποίο μετατρέπεται στη συνέχεια σε σταθερό εναλλασσόμενο. Χάρη σε μια ενσωματωμένη ημιτονοειδή γεννήτρια, η τάση τροφοδοσίας για τον σύγχρονο κινητήρα αναγεννιέται πλήρως και επομένως είναι ανεξάρτητη από την τάση δικτύου και τη συχνότητα δικτύου. Αυτό το κύκλωμα αποτελεί τη δεύτερη ουσιαστική αλλαγή σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο.


Ο ιμάντας δίνει κίνηση σε υποπλατό από PVC, πάνω στο οποίο τοποθετείται το (αρκετά βαρύ) πλατό από χυτό αλουμίνιο. Οι στροφές (33 1/3, 45 rpm) αλλάζουν χειροκίνητα. Το έδρανο είναι ατσάλινο (με χάλκινη επιφάνεια πλευρικής τριβής), με τα αξονικά φορτία να μεταφέρονται σε μια επιφάνεια από Teflon στη βάση του πηγαδιού. Για την επαφή του δίσκου με το πλατό, χρησιμοποιείται απλό τσόχινο ματ, ενώ η σταθεροποίηση του δίσκου επιτυγχάνεται με τη χρήση βιδωτού σφιγκτήρα. Η κατασκευή βασίζεται σε τρία αποσβεστικά ποδαράκια, σχεδίασης και κατασκευής της Music Hall. Αποτελούνται από δύο αλουμινένια τμήματα, στο ενδιάμεσο των οποίων τοποθετείται αποσβεστικός δακτύλιος από ΤPE. Και τα τρία είναι ρυθμιζόμενα καθ’ ύψος και στην ευθυγράμμιση συνδράμει το ενσωματωμένο αλφάδι, μια πραγματικά έξυπνη προσθήκη. Εννοείται ότι η συσκευασία περιλαμβάνει το πλαστικό καπάκι προστασίας.


Το μοντέλο που ήρθε στο περιοδικό ήταν αυτό με το φινίρισμα καρυδιάς, το πιο ακριβό και συνάμα το πιο κλασσικό από τα τέσσερα διαθέσιμα φινιρίσματα (μαύρο, λευκό και κόκκινο). Η πλήρης ονομασία της έκδοσης είναι mmf-5.3se Walnut.


Στο mmf-5.3 τοποθετείται η κεφαλή κινητού μαγνήτη Ortofon 2Μ Blue.



Επί το έργω

Για να ξεκινήσει το πικάπ να παίζει μουσική, απαιτείται η τοποθέτηση του βαριδιού στον βραχίονα, του ιμάντα κίνησης και να αφαιρεθούν τρεις βίδες σταθεροποίησης του σασί. Τοποθετούμε το πλατό και δίνουμε κίνηση από τον διακόπτη που τοποθετείται στο κάτω μέρος του σασί, εμπρός αριστερά. Το πλατό θα έρθει στη σωστή ταχύτητα περιστροφής έπειτα από ένα πατινάρισμα τριών, τεσσάρων δευτερολέπτων. Ο βραχίονας είναι πολύ ελαφρύς και απαιτεί προσοχή ώστε να μην γίνει… ατύχημα. Η αίσθηση στο ανέβασμα μέσω του μοχλού είναι απότομη, αλλά η κάθοδος στο δίσκο πολύ ομαλή.

Το πρώτο χαρακτηριστικό που προξένησε εντύπωση, πριν καν η διαμαντένια ελλειπτική ακίδα της 2M Blue αναγνώσει την πρώτη νότα, αφορούσε στην ησυχία. Απουσία δηλαδή ενδογενούς θορύβου, είτε από την κεφαλή και τον βραχίονα είτε από το μοτέρ. Αυτό το χαρακτηριστικό αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της ηχητικής ταυτότητας του πικάπ και δεν άργησε να φανεί το όφελος στην καθαρότητα του σήματος και την ανάπτυξη της δυναμικής περιοχής, ιδίως στα pianissimo περάσματα.


Ένα καλό crash test έγινε νωρίς, με το Bad του Michael Jackson. Το σύνολο φάνηκε ότι ανέπτυσσε εύκολα, για τα δεδομένα της κατηγορίας, τη μνημειώδη παραγωγή με την πυκνή ενορχήστρωση, που συνδυάζει φυσικά και ηλεκτρονικά όργανα. Ήταν αρκετά εύκολο κάθε τμήμα του ηχητικού σχεδιασμού να πάρει θέση στο χώρο, να δημιουργηθεί το απαραίτητο διάστημα για τον Βασιλιά της Ποπ και να διατηρηθεί με ακρίβεια το ρυθμικό τμήμα, ενώ ταυτόχρονα, να αναπλάθεται και το κλίμα κάθε τραγουδιού. Αποδόθηκε δηλαδή και η «αλητεία» του Bad και ο αισθησιασμός του Liberian Girl.


Στο δίσκο Όλα Από Χέρι Χαμένα, με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου να ερμηνεύει στίχους του Κώστα Τριπολίτη σε συνθέσεις του Θάνου Μικρούτσικου, το mmf-5.3 ανέπτυξε με πολύ γλαφυρό τρόπο το τραγούδι Μπουμ. Η γνωστή επιβλητική φωνή του Παπακωνσταντίνου ανέπτυξε ικανό, καλοσχηματισμένο όγκο, με το πιάνο να τοποθετείται σε δεύτερο επίπεδο και βάθος τύπου μεγάλης σάλας να δημιουργεί ένα ολόκληρο ηχητικό «σύμπαν» πέριξ αυτών, στο πρώτο κουπλέ. Σταδιακά, εμφανίζονται και τα υπόλοιπα όργανα, κορυφώνοντας δυναμική περιοχή και συναισθηματικό φορτίο. Ήταν πράγματι αξιομνημόνευτη η διαχείριση από το mmf-5.3, με πυκνή πληροφόρηση επί της ενορχήστρωσης, αλλά παράλληλα οι περιγραφές και οι χροιές των οργάνων υστερούσαν σε απόδοση, οι διαστάσεις ήταν πιο μαζεμένες, σε σχέση με το πικάπ του συστήματος ακρόασης (DPS 1, με τον αναβαθμισμένο βραχίονα της Rega, που η DPS ονομάζει DP-250 και κεφαλή τη Hana EL).


Σαν ένα κομμάτι της απόδοσης να ήταν ανώτερο της κατηγορίας τιμής, ενώ ένα άλλο κατώτερο. Είχε έρθει η στιγμή αλλαγής της κεφαλής, καθώς έκρινα (ορθώς όπως αποδείχθηκε) ότι η 2M Blue απέδιδε στο 100% και το υπόλοιπο σύνολο περιοριζόταν. Τοποθετήθηκε η Clearaudio Maestro, η κορυφαία κεφαλή κινητού μαγνήτη του γερμανικού οίκου. Το τυπικής ποιότητας interconnect είχε αλλάξει πολύ νωρίτερα, οπότε με την προσθήκη αυτή, η κατάσταση άλλαξε. Δραματικά.


Το σύνολο πλατό-βραχίονα απελευθέρωσε ενέργεια και φωτεινότητα. Ενίσχυσε τη γραμμικότητα και την ηρεμία του σήματος. Γέμισε τον χώρο με χαμηλές συχνότητες, έπλασε σκηνές αρκετά μεγάλων διαστάσεων, με τις ανθρώπινες φωνές και τα όργανα της μεσαίας περιοχής να κερδίζουν σε παρουσία και ερμηνευτικές λεπτομέρειες, ενώ η υψηλή περιοχή, εμφανίσθηκε ελαφρώς πιο ξηρή σε σχέση με το συνδυασμό DPS/Hana, αλλά με πιο ταχείες αντιδράσεις. Με λίγα λόγια, σας περιγράφω την κεφαλή Maestro. Και αυτό επειδή το πλατό της Music Hall με τον προσαρμοσμένο βραχίονα 9CC της ProJect, έχουν την ικανότητα να αφήνουν τις κεφαλές να «αναπνέουν» και να μεταφέρουν τη δική τους ηχητική ταυτότητα.


Ξεχωρίζω την ακρόαση δύο δίσκων. Πρώτος αυτός της Ελένης Καραϊνδρου, στο soundtrack της ταινίας Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού (ECM). Πολύ καλή η απόδοση των χροιών μιας σειράς οργάνων (όμποε, γαλλικό κόρνο, ακορντεόν, βιολί, τσέλο, άρπα) που εμφανίζονται σε κύριο ρόλο. Άρτιες περιγραφές, με σωστές αναλογίες στις διαστάσεις. Αλλά και τα μέρη με την ορχήστρα εγχόρδων, έδωσαν την εντύπωση της διευρυμένης σκηνικής παρουσίας. Η συμβολή του mmf-5.3 στη δραματουργική ένταση δεν είχε να κάνει μόνο με τη θερμή απόδοση των ηχοχρωμάτων της ηχογράφησης αλλά και της έντονης ανάδειξης των τονισμών και των παύσεων της παρτιτούρας.


Δεύτερος δίσκος, ο Basra∙ με το κουαρτέτο του jazz drummer Pete La Roca (Blue Note, βινύλιο 180gr). Μου άρεσε πολύ η απόδοση του ακουστικού μπάσου, σε όγκο και παλμό. Και γινόταν εύκολα αντιληπτή η διαφορά του κτυπήματος των δακτύλων του S. Swallow στις χορδές, ανάλογα με το αν έπαιζε μόνος του ή με τα υπόλοιπα μέλη. Επιπλέον, η παλαιού τύπου μίξη, με τα τύμπανα στα δεξιά και το σαξόφωνο στα αριστερά, διευκολύνθηκε στην ανάπτυξη της, ελέω της εναργούς απόδοσης των εναλλαγών στη δυναμική και της ικανότητας διαχωρισμού των καναλιών.


High Fidelity!

Με τήρηση βασικών κατασκευαστικών κανόνων και όμορφη αισθητική, η Music Hall κατάφερε να δημιουργήσει ένα αξιομνημόνευτο σύνολο πλατό-βραχίονα με έντονο audiophile χαρακτήρα. Κατά τη γνώμη μου, δεν το βοηθάει η επιλογή της Ortofon 2M Blue, μπορεί όμως να αναβαθμιστεί, συνεργαζόμενο με κεφαλές πολλαπλάσιου κόστους σε σχέση με αυτή την προσιτή Ortofon, όσο και αν μια τέτοια επιλογή θα φάνταζε υπερβολική. Αντίστοιχα, απαιτείται ένα αξιόλογο interconnect (η δοκιμή πραγματοποιήθηκε με VDH The Second και Moving Air Abbey Roads) και σίγουρα το mmf-5.3, με μια ποιοτική κεφαλή να διαβάζει τα αυλάκια των δίσκων μας, χρειάζεται ένα αντάξιο phono stage.


Στη δοκιμή, αρχικά χρησιμοποιήθηκαν οι ενσωματωμένοι προενισχυτές των ολοκληρωμένων Denon PMA-1560 και Lyngdorf TDIA-1120. Με την αλλαγή κεφαλής, φάνηκε η διαφορά επιπέδου. Ο Clearaudio Basic αποδείχθηκε επαρκής. Σε άμεση σύγκριση με το DPS 1 (με διαφορετικές κεφαλές αλλά το ίδιο phono stage), το γερμανικό πικάπ έκανε αρκετά πράγματα λίγο-πολύ καλύτερα, αλλά κοστίζει και τέσσερις φορές περισσότερα. Είναι όμως μια κατασκευή που φημίζεται για τον …Προτεσταντικό της χαρακτήρα και εκεί ήταν που το Music Hall (με) κέρδισε: με την ενέργειά του, την ευφωνικότητα και τη ζωντάνια. Το Music Hall mmf-5.3 αποτελεί, συμπερασματικά, μια από αυτές τις περιπτώσεις που συνηθίζουμε να λέμε ότι «αποδίδει καλύτερα από την κατηγορία τιμής του».


OVERVIEW

  • Music Hall mmf-5.3
  • Περιγραφή: σύστημα πλατό, βραχίονα, κεφαλής
  • Μοτέρ: Ενσωματωμένο, σύγχρονο, DC/AC
  • Ταχύτητες: 33 1/3, 45 rpm
  • Απόκλιση Ρυθμού Περιστροφής: ± 0.80%
  • Wow&Flutter: 0,10%
  • Ενεργό Μήκος Βραχίονα: 9 in. (230 mm)
  • Βάρος Βραχίονα: 250 g (χωρίς το βαρίδι)
  • Ενεργή Μάζα Βραχίονα: 8,5gr
  • Υπερκρέμαση: 18mm
  • Εργοστασιακή Κεφαλή: Ortofon 2Μ Blue
  • Ακίδα: Διαμαντένια, Ελλειπτική
  • Συνιστώμενη Δύναμη Ανάγνωσης: 1,8gr (18mN)
  • Βάρος Κεφαλής: 7,2gr
  • Συνιστώμενη Αντίσταση Φορτίου: 47kΩ
  • Συνιστώμενη Χωρητικότητα Φορτίου: 150-300pF
  • Τάση Εξόδου: 5,5mV
  • Κατανάλωση: 4 Watt (0 Watt stand-by)
  • Τροφοδοσία: 15V/0-0,8 A DC
  • Διαστάσεις: 464x140x337mm (ΠΥΒ)
  • Βάρος: 10,9 kg
  • Τιμή: €1.099 (mmf-5.3se Walnut), €999 (mmf-5.3 White/Red), €849 (mmf-5.3 Black )